lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: θεσμός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
constitution, establishment, institution, organisation
θεσμός
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
instituce, konstituce, podnik, složení, ustanovení, založení, zařízení, závod, zřízení, ústav, ústava
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anstalt, aufnahme, bestellung, einrichtung, institution, konstitution, niederlassung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
anstalt, forfatning, institution, stiftelse
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
constitución, establecimiento, institución
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
constitution, instauration, institution, établissement
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
costituzione, ente, istituzione, stabilimento
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
anstalt, institusjon, nedsettelse, stiftelse
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
заведение, конституция, учреждение
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anstalt, institution
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
конституция, учреждение
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
засноўванне, устанаўленне, устанаўліванне
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
asutus, institutsioon
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
laitos, perustuslaki
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
institucija, ustav
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
alkotmány, intézet, intézmény
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
institucija, konstitucija, įstaiga
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
instituição, instituto, oficina, organismo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
встановлення, вступ, господарство, грінка, заклад, закладання, засновування, заснування, конституція, орган, основа, посвячення, початок, підстава, тост, установа, установлення, установу, фундамент, фундація, ініціація
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
instytucja, ustanowienie

Σχετικές λέξεις

θεσμός αριστείας, θεσμός διαμεσολάβησης, θεσμός της προίκας, θεσμός ορισμός, θεσμός αριστείας 2014, θεσμός μαθητείας, θεσμός συνώνυμο, θεσμός της προεδρίας του συμβουλίου της ένωσης, θεσμός πρόνοιας, θεσμός του υπόλογου