αρχαϊσμός στα αγγλικά αρχαϊσμός στα γερμανικά αρχαϊσμός στα γαλλικά αρχαϊσμός στα ιταλικά αρχαϊσμός στα ρωσικά αρχαϊσμός στα λευκορωσίας αρχαϊσμός στα πορτογαλικά αρχαϊσμός στα ουκρανικά αρχαϊσμός στα πολωνική
έξυπνος στα σλοβακική λογικός στα αγγλικά θερμαίνω στα αγγλικά μείωση στα ισπανικά κανονίζω στα τσεχική
κανονίζω συνώνυμα λογικός προγραμματισμός μείωση τριχοφυΐας έξυπνος φωτισμός