καρφώνω στα αγγλικά καρφώνω στα τσεχική καρφώνω στα γερμανικά καρφώνω στα δανική καρφώνω στα ισπανικά καρφώνω στα γαλλικά καρφώνω στα νορβηγικά καρφώνω στα ρωσικά καρφώνω στα πολωνική
περίεργος στα γαλλικά συντηρητικός στα φινλανδικά γένια στα λιθουανική πόρνη στα γαλλικά σακάκι στα αγγλικά
σακάκι οικονόμου συντηρητικός αντίθετο περίεργος σχηματισμός σε σύννεφα πάνω από την cumbria γένια στους αντρες