καρφώνω στα αγγλικά καρφώνω στα τσεχική καρφώνω στα γερμανικά καρφώνω στα δανική καρφώνω στα γαλλικά καρφώνω στα ιταλικά καρφώνω στα νορβηγικά καρφώνω στα ρωσικά καρφώνω στα πολωνική
αυξάνω στα τσεχική αυτί στα λευκορωσίας σταφύλι στα ιταλικά τρία στα αλβανικά ιστορικός στα νορβηγικά
αυξάνω ή αυξάνομαι σταφύλι γλυκό του κουταλιού αυτί ή αφτί τρία γουρουνακια ιστορικός προκόπιος