lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καταδιώκω στα ιταλικά

Λέξη:
καταδιώκω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (8):
inseguire, perseguire, perseguitare, proseguire, braccare, gareggiare, incalzare, rincorrere
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά καταδιώκω, καταδιώκω στα ιταλικά, inseguire στα ελληνικά
καταδιώκω στα ιταλικά