lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καταδιώκω στα τσεχική

Λέξη:
καταδιώκω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (8):
perzekvovat, pokračovat, posednout, pronásledovat, trápit, honit, štvát, závodit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική καταδιώκω, καταδιώκω στα τσεχική, perzekvovat στα ελληνικά
καταδιώκω στα τσεχική