lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χρήση στα ιταλικά

Λέξη:
χρήση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (17):
abitudine, applicazione, assuefazione, comune, consuetudine, costumanza, costume, diligenza, impiego, occupazione, ordinario, prassi, pratica, sfruttamento, usanza, uso, vezzo
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά χρήση, χρυσή ευκαιρία, χρυσή αυγή, χρήση του τελικού ν, χρήση του ν, χρήση συνώνυμο, χρήση στα ιταλικά, abitudine στα ελληνικά
χρήση στα ιταλικά