lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: κερδοσκοπία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rind, speculation, venture
κερδοσκοπία
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
spekulace, spekulování
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
spekulant, spekulation
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
especulación
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
agiotage, spéculation
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
speculazione
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
спекуляция, умозрение, умозрительность
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
spekulation
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
keinottelu
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
spekuláció
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
spekulacja

Σχετικές λέξεις

κερδοσκοπία στην αγορά συναλλάγματος, κερδοσκοπία συνώνυμο, κερδοσκοπία του έλληνα πρωθυπουργού σε βάρος της χώρας του, κερδοσκοπία προθεσμίας, κερδοσκοπία αντί ενημέρωσης, κερδοσκοπία συνώνυμα, εξισορροπητική κερδοσκοπία, υποτιμητική κερδοσκοπία