lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυλός στα λευκορωσίας

Λέξη:
αυλός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
жалейка, люлька, скрутак, сувой
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αυλός, αυλός ψεκασμού, αυλός του πανός, αυλός του πάνα, αυλός της γνώσης, αυλός πυρόσβεσης, αυλός στα λευκορωσίας, жалейка στα ελληνικά
αυλός στα λευκορωσίας