lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθρέφτης στα λευκορωσίας

Λέξη:
καθρέφτης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
лёд, люстра
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας καθρέφτης, καθρέφτης χαλκίδα, καθρέφτης ονειροκρίτης, καθρέφτης ιωαννίδης στίχοι, καθρέφτης ικεα, καθρέφτης δεληβοριάς στίχοι, καθρέφτης στα λευκορωσίας, лёд στα ελληνικά
καθρέφτης στα λευκορωσίας