καθρέφτης στα αγγλικά καθρέφτης στα τσεχική καθρέφτης στα γερμανικά καθρέφτης στα δανική καθρέφτης στα ισπανικά καθρέφτης στα γαλλικά καθρέφτης στα ιταλικά καθρέφτης στα νορβηγικά καθρέφτης στα ρωσικά καθρέφτης στα βουλγαρικά καθρέφτης στα λευκορωσίας καθρέφτης στα εσθονική καθρέφτης στα φινλανδικά καθρέφτης στα κροατικά καθρέφτης στα ουγγρική καθρέφτης στα λιθουανική καθρέφτης στα πορτογαλικά καθρέφτης στα ρουμανική καθρέφτης στα σλοβενική καθρέφτης στα σλοβακική καθρέφτης στα ουκρανικά καθρέφτης στα πολωνική
κακός στα πορτογαλικά αποδεικνύω στα ιταλικά έμφαση στα πολωνική μανταρίνι στα γαλλικά πορτοκαλί στα σουηδικά
κακός σαν αποδεικνύω συνώνυμα μανταρίνι μαρμελάδα έμφαση συνώνυμο πορτοκαλί φως