lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξερός στα λευκορωσίας

Λέξη:
ξερός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (8):
бясплённы, бясплодны, дарэмны, марны, неўрадлівы, засушлівы, сухi, сухі
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ξερός, ξηρός ξερός, ξηρός λαιμός, ξηρός βήχας, ξερόσ καπνόσ, ξερός συνόνυμα, ξερός στα λευκορωσίας, бясплённы στα ελληνικά
ξερός στα λευκορωσίας