lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προστατεύω στα λευκορωσίας

Λέξη:
προστατεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
абараняць, засцерагаць, ахоўваць, вартаваць, пільнаваць, забяспечваць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας προστατεύω, προστατεύω τουσ ανέργουσ, προστατεύω τον εαυτό μου και τους άλλους- εθελοντές καλαμαριάς, προστατεύω τον εαυτό μου και τους άλλους 2011, προστατεύω τον εαυτό μου και τους άλλους, προστατεύω το περιβάλλον, προστατεύω στα λευκορωσίας, абараняць στα ελληνικά
προστατεύω στα λευκορωσίας