lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προστατεύω στα δανική

Λέξη:
προστατεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (11):
beskytte, bevare, forsikre, forsvare, fredag, frede, garantere, gardere, sikre, trygge, vege
Σχετικές λέξεις:
δανική προστατεύω, προστατεύω τουσ ανέργουσ, προστατεύω τον εαυτό μου και τους άλλους- εθελοντές καλαμαριάς, προστατεύω τον εαυτό μου και τους άλλους 2011, προστατεύω τον εαυτό μου και τους άλλους, προστατεύω το περιβάλλον, προστατεύω στα δανική, beskytte στα ελληνικά
προστατεύω στα δανική