lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σταθερός στα λευκορωσίας

Λέξη:
σταθερός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (10):
дужы, моцны, кароўнік, здаровы, мажны, грунтоўны, паважны, самавіты, трывалы, сталы
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας σταθερός, σταθερός υπολογιστής, σταθερός υδραυλικά, σταθερός συνώνυμο, σταθερός συνώνυμα, σταθερός στα αγγλικα, σταθερός στα λευκορωσίας, дужы στα ελληνικά
σταθερός στα λευκορωσίας