lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τριγυρίζω στα λευκορωσίας

Λέξη:
τριγυρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
бадзяцца, блукаць, брадзіць, валачыцца, вандраваць, хадзіць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας τριγυρίζω, τριγυρίζω συνωνυμα, τριγυρίζω στο la notte, τριγυρίζω σαν τη νυχτερίδα, και τριγυρίζω, τριγυρίζω στα λευκορωσίας, бадзяцца στα ελληνικά
τριγυρίζω στα λευκορωσίας