lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φλογερός στα λευκορωσίας

Λέξη:
φλογερός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (9):
дбайны, заўзяты, руплівы, старанны, шчыры, агнявы, огненный, гарачы, моцны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας φλογερός, φλογερός στα λευκορωσίας, дбайны στα ελληνικά
φλογερός στα λευκορωσίας