lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: αμύγδαλο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
almond, tonsil
αμύγδαλο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
mandle, mandlový
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mandel
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
mandel
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
agalla, almendra, amígdala
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
amande, amandine, amygdale, amygdalin, frangipane, praline
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mandorla, tonsilla
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mandel, tonsill
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
гланда, миндалина, миндаль, миндальный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mandel, tonsill
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бадем
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
міндаль
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
mandel
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
manteli, nielurisa
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
badem
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
mandula
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
migdolas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
amêndoa, amígdala
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
migdală
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
mandlí
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мигдаль
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
migdał, migdałek, migdałowy

Σχετικές λέξεις

αμύγδαλο θερμίδες, αμύγδαλο φιλέ, αμύγδαλο σκόνη, αμύγδαλο βερίκοκου, αμύγδαλο ιδιότητες, αμύγδαλο μούρο smoothie μπανάνας γιαούρτι, αμύγδαλο θρεπτική αξία, αμύγδαλο γλυκό, αμύγδαλο τριμμένο, αμύγδαλο τιμή