lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: λουκάνικο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bologna, pudding, sausage
λουκάνικο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
klobása, párek, salám, uzenka, vuřt
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wurst
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
kurv, pøl, pølse
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
chorizo, embuchado, longaniza, salchicha
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cervelas, saucisse, saucisson
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
salsiccia
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
korv, pålegg, pøl, pølse
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
колбаса
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
korv, pöl
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
sallam
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
каўбаса
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
vorstike
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
makkara
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kobasica
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
kolbász
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
dešra, dešrelė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
embutido, salsicha
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
klobasa
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ковбаса, сосиска
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
kiełbasa

Σχετικές λέξεις

λουκάνικο θερμίδες, λουκάνικο συνταγές, λουκάνικο με πράσο, λουκάνικο με πορτοκάλι, λουκάνικο κοτόπουλο θερμίδες, λουκάνικο χωριάτικο, λουκάνικο με πατάτες στο φούρνο, λουκάνικο στη λαδόκολλα με λαχανικά, λουκάνικο τσορίθο, λουκάνικο χωριάτικο θερμίδες