lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανδρικός στα νορβηγικά

Λέξη:
ανδρικός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (7):
hankjønn, karslig, mandig, manndom, mannlig, maskulin, viril
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ανδρικός, ανδρικός χαρτοφύλακας, ανδρικός υπογοναδισμός, ανδρικός σταυρός, ανδρικός σκούφος, ανδρικός προστάτης, ανδρικός στα νορβηγικά, hankjønn στα ελληνικά
ανδρικός στα νορβηγικά