lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελαστικός στα νορβηγικά

Λέξη:
ελαστικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (9):
bøyelig, elastisk, fleksibel, mjuk, myk, plastisk, rørlig, smidig, spenstig
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ελαστικός, ελαστικόσ σωλήνασ, ελαστικός φίκος, ελαστικός τάπητας, ελαστικός στόκος, ελαστικός σοβάς, ελαστικός στα νορβηγικά, bøyelig στα ελληνικά
ελαστικός στα νορβηγικά