lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελαστικός στα πορτογαλικά

Λέξη:
ελαστικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
ágil, elástico, flexível
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ελαστικός, ελαστικόσ σωλήνασ, ελαστικός φίκος, ελαστικός τάπητας, ελαστικός στόκος, ελαστικός σοβάς, ελαστικός στα πορτογαλικά, ágil στα ελληνικά
ελαστικός στα πορτογαλικά