lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εργάτης στα νορβηγικά

Λέξη:
εργάτης (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (5):
arbeider, arbeidstaker, funksjonær, kontorist, dreng
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά εργάτης, εργάτησ τιμημένοσ, εργάτης χειρός, εργάτης χειροκίνητος, εργάτης τρέιλερ, εργάτης οχημάτων 12v, εργάτης στα νορβηγικά, arbeider στα ελληνικά
εργάτης στα νορβηγικά