lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ένωση στα ουγγρική

Λέξη:
ένωση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (11):
egyesítés, egylet, kapcsolat, karmantyú, kontakt, kötelék, rokonság, unió, vegyület, viszony, összefüggés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ένωση, ένωση κεντρώων, ένωση καταναλωτών, ένωση ελληνικών τραπεζών, ένωση ελλήνων χημικών, ένωση ελλήνων φυσικών, ένωση στα ουγγρική, egyesítés στα ελληνικά
ένωση στα ουγγρική