lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: μοκέτα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
carpet, lining, rug, runner, wainscot, wainscoting, wool
μοκέτα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
koberec
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
auskleidung, belag, brücke, futter, teppich, verkleidung, vorleger
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
gulvtæppe, tæppe
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alfombra, alfombrado, revestimiento, tapete, tapiz
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lambris, tapis
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
moquette, tappeto
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
golvteppe, gulvteppe, rye, teppe
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
выкладка, ковер, ковёр
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
beläggning
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
qilim
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
vaip
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
matto
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tepih
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
padlószőnyeg, szőnyeg
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
kilimas, kilimėlis, patiesalas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alfombra, tapete
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
koberec, obloženie
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
килим
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
dywan, kobierzec, wykładzina

Σχετικές λέξεις

μοκέτα με το μέτρο, μοκέτα τιμή, μοκέτα για παιδικό δωμάτιο, μοκέτα γκαζόν, μοκέτα παιδική, μοκέτα διάδρομος, μοκέτα τσόχα, μοκέτα αυτοκινήτου, μοκέτα εξωτερικού χώρου, μοκέτα πλακάκι