lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γένος στα ουγγρική

Λέξη:
γένος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (8):
nem, faj, fajta, jellem, mód, sajátosság, természet, zsáner
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική γένος, γένοσ συζύγου, γένος ταυτότητα, γένος πιθήκων, γένος παπαγάλων, γένος μητέρας στα αγγλικά, γένος στα ουγγρική, nem στα ελληνικά
γένος στα ουγγρική