lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σηκώνω στα φινλανδικά

Λέξη:
σηκώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (15):
elättää, kannattaa, kantaa, kasvattaa, kohottaa, korottaa, kuljettaa, kärsiä, lisätä, nostaa, nousu, pystyttää, sietää, voittaa, ylistää
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά σηκώνω, σηκώνω ύψωμα, σηκώνω το γάντι, σηκώνω τα χέρια ψηλά, σηκώνω συνώνυμα, σηκώνω παντιέρα, σηκώνω στα φινλανδικά, elättää στα ελληνικά
σηκώνω στα φινλανδικά