lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διώρυγα στα ουγγρική

Λέξη:
διώρυγα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
csatorna, kanális, meder, sodronykötél, távirat, vezeték, vezetés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική διώρυγα, διώρυγα του παναμά, διώρυγα της γαλλίας, διώρυγα σουέζ, διώρυγα ποτίδαιας, διώρυγα ορισμός, διώρυγα στα ουγγρική, csatorna στα ελληνικά
διώρυγα στα ουγγρική