lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διώρυγα στα τσεχική

Λέξη:
διώρυγα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (14):
kabel, kabelogram, kanál, kanálek, lanko, lano, potrubí, průliv, průplav, průvodce, stoka, strouha, trubice, trubka
Σχετικές λέξεις:
τσεχική διώρυγα, διώρυγα του παναμά, διώρυγα της γαλλίας, διώρυγα σουέζ, διώρυγα ποτίδαιας, διώρυγα ορισμός, διώρυγα στα τσεχική, kabel στα ελληνικά
διώρυγα στα τσεχική