lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θαυμαστής στα ουγγρική

Λέξη:
θαυμαστής (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (5):
bámuló, hódoló, imádó, rajongó, tisztelő
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική θαυμαστής, θαυμαστής χούφτωσε την beyoncé σε συναυλία της, θαυμαστής συνώνυμο, θαυμαστής στα ουγγρική, bámuló στα ελληνικά
θαυμαστής στα ουγγρική