lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καυχιέμαι στα ουγγρική

Λέξη:
καυχιέμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
csodál, dicsér, dicséret, dicsérni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική καυχιέμαι, καυχιέμαι ορισμος, καυχιέμαι μετάφραση, καυχιέμαι αγγλικά, καυχιέμαι στα ουγγρική, csodál στα ελληνικά
καυχιέμαι στα ουγγρική