lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καυχιέμαι στα τσεχική

Λέξη:
καυχιέμαι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (7):
blahopřát, chválit, glorifikovat, oslavovat, pochválit, velebit, vychvalovat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική καυχιέμαι, καυχιέμαι ορισμος, καυχιέμαι μετάφραση, καυχιέμαι αγγλικά, καυχιέμαι στα τσεχική, blahopřát στα ελληνικά
καυχιέμαι στα τσεχική