lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μικρός στα ουγγρική

Λέξη:
μικρός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (11):
csekély, fiatal, fiú, ifjú, jelentéktelen, keveset, kevés, kicsi, kisfiú, kölyök, legény
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική μικρός, μικρός το δέμας, μικρός τιτανικός, μικρός πρίγκιπας, μικρός πρίγκηπας πάτρα, μικρός νικόλας, μικρός στα ουγγρική, csekély στα ελληνικά
μικρός στα ουγγρική