lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ορφανός στα ουγγρική

Λέξη:
ορφανός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
árva, árvagyerek
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ορφανός, ορφανός τον βουτσά, ορφανός στυλιανός, ορφανός στέλιος, ορφανός ραμολιμέντα, ορφανός πέτρος, ορφανός στα ουγγρική, árva στα ελληνικά
ορφανός στα ουγγρική