lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλέκω στα ουγγρική

Λέξη:
πλέκω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
történni, végbemenni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική πλέκω, πλέκω το εγκώμιο, πλέκω σκούφο με βελόνες, πλέκω παπουτσάκια, πλέκω μπολερό, πλέκω με βελόνες, πλέκω στα ουγγρική, történni στα ελληνικά
πλέκω στα ουγγρική