lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τουαλέτα στα ουγγρική

Λέξη:
τουαλέτα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
mellékhelyiség, vécé, illemhely, mosdó, átutazás, bekezdés, folyosó
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική τουαλέτα, τουαλέτα όνειρο, τουαλέτα τούρκικη, τουαλέτα συνώνυμο, τουαλέτα σκύλων, τουαλέτα σκύλου, τουαλέτα στα ουγγρική, mellékhelyiség στα ελληνικά
τουαλέτα στα ουγγρική