lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τριβή στα ουγγρική

Λέξη:
τριβή (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
dörzsölés, súrlódás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική τριβή, τριβή φυσική, τριβή σε κεκλιμένο επίπεδο, τριβή ολίσθησης, τριβή κύλισης, τριβή και αυτοκίνητο, τριβή στα ουγγρική, dörzsölés στα ελληνικά
τριβή στα ουγγρική