lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όχημα στα ουγγρική

Λέξη:
όχημα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
jármű, fogat, kocsi, autó, szekér, versenyszekér
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική όχημα, όχημα του πολυτεχνείου κρήτης, όχημα του κορρέ, όχημα της πυροσβεστικής αναποδογύρισε στον κόμβο του αγίου παύλου, όχημα συνώνυμο, όχημα ορισμός, όχημα στα ουγγρική, jármű στα ελληνικά
όχημα στα ουγγρική