lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ένεση στα ουκρανικά

Λέξη:
ένεση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
заряджений, стрілець
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ένεση, ένεση στον πισινό, ένεση σιδήρου, ένεση ονειροκρίτης, ένεση κορτιζόνης παρενέργειες, ένεση κορτιζόνης, ένεση στα ουκρανικά, заряджений στα ελληνικά
ένεση στα ουκρανικά