lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ένεση στα ουγγρική

Λέξη:
ένεση (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
injekció, fecskendezés, oltás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ένεση, ένεση στον πισινό, ένεση σιδήρου, ένεση ονειροκρίτης, ένεση κορτιζόνης παρενέργειες, ένεση κορτιζόνης, ένεση στα ουγγρική, injekció στα ελληνικά
ένεση στα ουγγρική