lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έπαλξη στα ουκρανικά

Λέξη:
έπαλξη (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
банк, берег, вал, валик, дамба, насип
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά έπαλξη, έπαλξη συνώνυμα, έπαλξη ορισμός, έπαλξη λεξικο, έπαλξη ανασυγκρότησης κέντρου, έπαλξη στα ουκρανικά, банк στα ελληνικά
έπαλξη στα ουκρανικά