lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αγιοποιώ στα ουκρανικά

Λέξη:
αγιοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αγιοποιώ, αγιοποιώ στα ουκρανικά, канонізувати στα ελληνικά
αγιοποιώ στα ουκρανικά