lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακρωτηριασμός στα ουκρανικά

Λέξη:
ακρωτηριασμός (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
ампутація, видалення
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ακρωτηριασμός, τραυματικόσ ακρωτηριασμόσ, ακρωτηριασμόσ των ερμών, ακρωτηριασμόσ γυναικείων γεννητικών οργάνων, ακρωτηριασμός στα ουκρανικά, ампутація στα ελληνικά
ακρωτηριασμός στα ουκρανικά