lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αφεντικό στα ουκρανικά

Λέξη:
αφεντικό (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (11):
великий, вождь, губернатор, командир, комендант, наглядач, начальник, патрон, правитель, шеф, шефе
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αφεντικό, κακό αφεντικό, αφεντικό στα αγγλικά, αφεντικό ονειροκρίτης, αφεντικό ετυμολογία, αφεντικό για σκότωμα, αφεντικό στα ουκρανικά, великий στα ελληνικά
αφεντικό στα ουκρανικά