lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βρίσκω στα ουκρανικά

Λέξη:
βρίσκω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (16):
бачити, вважати, гадати, дивитися, дивіться, думайте, думати, знаходити, мислити, міркувати, находити, побачити, подумати, простежити, простежувати, слід
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά βρίσκω, βρίσκω τον ωροσκόπο μου, βρίσκω το λόγο να ζω, βρίσκω τηλέφωνο, βρίσκω συνώνυμα, βρίσκω οδό, βρίσκω στα ουκρανικά, бачити στα ελληνικά
βρίσκω στα ουκρανικά