lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γενναιόδωρος στα ουκρανικά

Λέξη:
γενναιόδωρος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (22):
благодійний, благородний, великодушний, висока, високий, високо, добрий, добродійний, зашарітися, модний, почервоніти, почесний, прославлений, ринути, рясний, світський, струмінь, хлинути, червоніти, шаріти, шарітися, щедрий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά γενναιόδωρος, γενναιόδωρος συνώνυμα, γενναιόδωρος στα αγγλικα, γενναιόδωρος μεταφραση, γενναιόδωρος λεξικο, γενναιόδωρος αγγλικα, γενναιόδωρος στα ουκρανικά, благодійний στα ελληνικά
γενναιόδωρος στα ουκρανικά