lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δικαστήριο στα ουκρανικά

Λέξη:
δικαστήριο (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (21):
адвокатура, бар, брусок, буфет, випробовування, випробування, заборонити, забороняти, закон, зливок, кенгуру, плитка, право, сад, смуга, спробний, суд, судочинство, трибунал, форум, іспит
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά δικαστήριο, δικαστήριο της χάγης, δικαστήριο της ευρωπαϊκής ένωσης, δικαστήριο πειραιά, δικαστήριο κορίνθου, δικαστήριο κλαμπ, δικαστήριο στα ουκρανικά, адвокатура στα ελληνικά
δικαστήριο στα ουκρανικά