lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σίγουρος στα γαλλικά

Λέξη:
σίγουρος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (22):
assuré, authentique, certain, certainement, constant, croyable, crédible, fiable, immanquable, infaillible, inébranlable, irrécusable, plausible, positif, prénommé, quelque, sauf, solide, sûr, sűr, un, établi
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά σίγουρος, σπύρος σίγουρος, σίγουρος συνώνυμα, σίγουρος στα αγγλικά, σίγουρος γαλλικά, σίγουρος αντώνυμα, σίγουρος στα γαλλικά, assuré στα ελληνικά
σίγουρος στα γαλλικά