lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εθελοντικός στα ουκρανικά

Λέξη:
εθελοντικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
безвідплатний, безплатний, добровільний, мимовільний, непрошений, непідготовлений, самовільний, спонтанний, стихійний, факультативний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά εθελοντικός, εθελοντικός τουρισμός, εθελοντικός συνώνυμα, εθελοντικός καθαρισμός ακτών, εθελοντικός επαναπατρισμός, εθελοντικός στα ουκρανικά, безвідплатний στα ελληνικά
εθελοντικός στα ουκρανικά