lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εθελοντικός στα ρωσικά

Λέξη:
εθελοντικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (6):
добровольный, добровольно, добровольческий, спонтанен, спонтанный, стихийный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά εθελοντικός, εθελοντικός τουρισμός, εθελοντικός συνώνυμα, εθελοντικός καθαρισμός ακτών, εθελοντικός επαναπατρισμός, εθελοντικός στα ρωσικά, добровольный στα ελληνικά
εθελοντικός στα ρωσικά